Перевод: с русского на все языки

со всех языков на русский

διευθυντής του τμήματος

См. также в других словарях:

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Ιγκλ, Χάρι — (Harry Eagle, Βαλτιμόρη 1906 – 2002). Αμερικανός βιολόγος και γιατρός. Το 1923 αποφοίτησε από τη σχολή βιολογίας του πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς. Το 1927 έλαβε από το ίδιο πανεπιστήμιο το πτυχίο της ιατρικής σε ηλικία μόλις 21 ετών. Παρέμεινε… …   Dictionary of Greek

  • Ερλάνγκερ, Τζόζεφ — (Joseph Erlanger, Σαν Φρανσίσκο 1874 – Σεντ Λούις, Μισούρι 1965). Αμερικανός φυσιολόγος. Σπούδασε χημεία στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια και συνέχισε τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς, όπου πήρε το δίπλωμά του στην ιατρική, το 1899.… …   Dictionary of Greek

  • Παλάντε, Tζεόρτζε Εμίλ — (Palade). Αμερικανός βιολόγος και κυτταρολόγος. Γεννήθηκε στη Ρουμανία και τελείωσε το Ινστιτούτο του Βουκουρεστίου. Mέχρι το 1946 εργάστηκε στο Ινστιτούτο Ανατομίας στο Βουκουρέστι. Την ίδια χρονιά μετανάστευσε στις ΗΠΑ όπου διορίστηκε… …   Dictionary of Greek

  • Στεφανόπουλος — Επώνυμο Ελλήνων πολιτικών και άλλων προσωπικοτήτων. 1. Ανδρέας. Πολιτευτής (1860 1938). Σπούδασε νομικά και πολιτικές επιστήμες στα πανεπιστήμια της Αθήνας και του Παρισιού. Άρχισε να πολιτεύεται το 1892 με την παράταξη του κόμματος του Χ.… …   Dictionary of Greek

  • Άξελροντ, Τζούλιους — (Julius Axelrod, Μανχάταν, Νέα Υόρκη 1912 –). Αμερικανός βιοχημικός. Από το 1933 μέχρι το 1935 υπήρξε βοηθός στο τμήμα βακτηριολογίας της ιατρικής σχολής στη Νέα Υόρκη και έπειτα χημικός στο Εργαστήριο Βιομηχανικής Υγιεινής. To 1946 εργάστηκε στο …   Dictionary of Greek

  • Αρσένης, Γεράσιμος — (Αργοστόλι, Κεφαλονιά 1931 –).Πολιτικός. Σπούδασε στη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης. Το 1960 συνεργάστηκε με την επιστημονική υπηρεσία του OHE. Διακρίθηκε για την εργασία του …   Dictionary of Greek

  • Γρυπάρης, Ιωάννης — (Σίφνος 1871 – Αθήνα 1942).Ποιητής και εκπαιδευτικός. Αποφοίτησε από τη Μεγάλη του Γένους Σχολή, σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εργάστηκε ως εκπαιδευτικός αρχικά στην Κωνσταντινούπολη, όπου βρισκόταν η οικογένειά του. Εκεί έκανε… …   Dictionary of Greek

  • Τσερνιέκο, Ουστίνοβιτς Κονσταντίν — (1911 – 1985). Σοβιετικός πολιτικός, πρόεδρος του Προεδρείου του Ανωτάτου Σοβιέτ και ΓΓ της KE του ΚΚ της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Καταγόταν από αγροτική οικογένεια. Σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Κομματικών Στελεχών και στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο… …   Dictionary of Greek

  • Άλντερ, Κουρτ — (Kurt Alder, Κένιγκσχιτε 1902 – Κολωνία 1958). Γερμανός χημικός. Πήρε το δίπλωμά του το 1926. Από το 1936 έως το 1940 ήταν καθηγητής της χημείας στο πανεπιστήμιο του Κιέλου και διευθυντής του τμήματος ερευνών της IG Farben στο Λεβερκούζεν, ενώ… …   Dictionary of Greek

  • Μπράουν, Βέρνερ φον- — (Werner von Braun, Βίρζισκ, Πολωνία 1912 – 1977). Γερμανός μηχανικός. Νεότατος ασχολήθηκε με προβλήματα αστροναυτικής, από το 1930 υπήρξε βοηθός του καθηγητή Χέρμαν Χόμπερτ και τελειοποιήθηκε ιδιαίτερα στον τομέα των πυραύλων. Κατά τη δεκαετία… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»